Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



παρηγορίαν, τήν


Ερμηνεία:

η παρηγοριά, η παρηγόρια (ή εκδήλωση συμπόνοιας από κάποιον, με λόγια ή έργα, προς κάποιον με στόχο το μετριασμό ή την ανακούφιση του ψυχικού του πόνου)



Ετυμολογία:

[(παρά + ἀγορεύω), Αισχήλος, Πλούταρχος, Καινή Διαθήκη Προς Κολοσσαείς επιστ Παύλου 4,11]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

… Δὲν ἠμποροῦσε νὰ εὕρῃ παρηγορίαν…[Ο έρωτας στα χιόνια].



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: